Εκτύπωση

8 Ιουνίου 2017

Ενώ οι σημερινές εκλογές παγιώνουν το Brexit, πώς θα εξελιχθεί ο κόσμος του κρασιού χωρίς τη Βρετανία;

Στο Ηνωμένο Βασίλειο το παρατηρητήριο εμπορικής πολιτικής μόλις δημοσίευσε μια οικονομική μελέτη για τις συνέπειες του Brexit στην παγκόσμια αγορά οίνου.

Αν η Βρετανία εφαρμόσει τελωνειακούς δεσμούς, θα προκαλέσει πραγματική αναστάτωση στην ισορροπία των αγορών.

 

Τον περασμένο Μάιο δημοσιεύθηκε η μελέτη «Θα βλάψει το Brexit την παγκόσμια αγορά κρασιού;». Το Παρατηρητήριο εμπορικής πολιτικής του Ηνωμένου Βασιλείου απαντά ναι, αν η Βρετανία εφαρμόσει τους ίδιους τελωνειακούς δεσμούς στην ΕΕ. Στο πιο απαισιόδοξο σενάριο, οι τιμές θα αυξηθούν κατά 22% το 2025 και ο όγκος της κατανάλωσης θα παρουσιάσει πτώση κατά 28%. Η αλλαγή αυτή θα προκληθεί κυρίως από τη μείωση του συνολικού εισοδήματος της χώρας (- 16%) και από την υποτίμηση της λίρας (20%). Οι υψηλότερες τιμές των κρασιών θα παίξουν δευτερεύοντα ρόλο. Οι όγκοι των κρασιών super-premium και τα αφρώδη κρασιά θα επηρεαστούν περισσότερο.

Σύμφωνα με το μοντέλο προβλέψεων χωρίς Brexit, οι βρετανικές εισαγωγές θα έχαναν 432 εκατομμύρια λίτρα. Θα υπάρχει μετατόπιση των εισαγωγών σε άλλες χώρες: όλες οι αγορές εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου θα αυξάνονταν κατά 192 εκατομμύρια λίτρα. Με λίγα λόγια: ο ανταγωνισμός θα εντείνονταν σε άλλες αγορές. Στην αγορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 27, όπου τα κρασιά της Χιλής και της Νότιας Αφρικής (που επωφελούνται επίσης από μια συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με την Ευρωπαϊκή Ένωση), ίσως να αναζητήσουν ευκαιρίες ανάπτυξής τους. Οι Ευρωπαϊκές εισαγωγές μπορεί να αυξηθούν κατά 133 εκατομμύρια λίτρα, σε σύγκριση με το σενάριο χωρίς Brexit, αλλά σε αξία να μειωθούν κατά 217 εκατομμύρια ευρώ.

Η μελέτη προβλέπει ότι με το Brexit οι Ευρωπαίοι, οι Χιλιανοί και οι Νοτιοαφρικανοί παραγωγοί θα δουν τις εξαγωγές τους να μειώνονται σημαντικά, περίπου κατά 151 εκατομμύρια λίτρα και 1,2 δισεκατομμύρια δολλάρια, σε σύγκριση με τις προβλέψεις χωρίς Brexit. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Αυστραλία, η Αργεντινή και η Νέα Ζηλανδία θα βιώσουν σε μικρότερο βαθμό μια συμπίεση των εξαγωγών τους στη Βρετανική αγορά.